Οι Φαίακες ήταν ειρηνικός λαός που αποστρεφόταν τον πόλεμο, εργατικοί και εύθυμοι, αγαπούσαν το καλό φαγητό, τα λουτρά, τον έρωτα, τα τραγούδια και τον χορό.
«Η εντολή αυτών είναι να παραπέμπωσιν ακινδύνως εις την πατρίδα των πάντας τους προς αυτούς πλέοντας», πράγμα το οποίο κατόρθωναν με τα θαυμαστά πλοία τους. Τα πλοία αυτά δεν είχαν κουπιά, ούτε πηδάλιο και διέτρεχαν τη θάλασσα σαν να ήταν φτερωτά (Οδύσσεια, η 34-35), προικισμένα με αυτό το χαρακτηριστικό από τον θεό Ποσειδώνα, ενώ είχαν νου και μυαλό ανθρώπινο.
σαν τ’ άλλα τα πλεούμενα τιμόνια ή κυβερνήτες,
μόν’ βρίσκουν έτσι μόνα τους τη σκέψη των ανθρώπων
και ξέρουν όλων τα χωριά, τα καρπερά χωράφια,
και γοργοτάξιδα περνούν της θάλασσας τα πλάτια,
κρυμμένα μες στην καταχνιά και στην πυκνή θολούρα
κι ούτε φοβούνται να χαθούν μήτε κακό να πάθουν.
πως θα θυμώσει μια φορά με μας ο Ποσειδώνας,
γιατί έτσι σ’ όλους είμαστε καλόβολοι περάτες.
Μου ‘λεγε πως καλόφτιαχτο καράβι των Φαιάκων
απ’ το ταξίδι όταν γυρνά μια μέρα θα το σπάσει
μες στο γεράνιο πέλαγος κι ολόγυρα τη χώρα
θα κλείσει με ψηλό βουνό.
Πηγές:
1.Wikipedia
2.Απόσπασμα της Οδύσσειας από την έκδοση:
Όμηρος, Οδύσσεια, Εισαγωγή Γιάννη Κορδάτου, Μετάφραση Ζήσιμου Σίδερη, Εκδόσεις «Δαίδαλος» – Ι. Ζαχαρόπουλος , Αθήνα 2009