Οι Πύλες του Αλεξάνδρου (αγγλικά: Gates of Alexander) ήταν, σύμφωνα με μεσαιωνικό θρύλο, πύλες που λειτουργούσαν ουσιαστικά ως τεχνικό εμπόδιο και υποτίθεται ότι χτίστηκαν από τον Μέγα Αλέξανδρο στον Καύκασο, για να κρατήσουν τις ορδές των απολίτιστων “βαρβάρων” του βορρά (που συνήθως συνδέονται με τους Γωγ και Μαγώγ) από το να εισβάλουν στις περιοχές προς τα νότια. Οι πύλες ήταν δημοφιλές θέμα στην μεσαιωνική ταξιδιωτική λογοτεχνία, αρχίζοντας με τα Αλεξάνδρου ειδύλλια, έκδοση πιθανόν του 6ου αιώνα. Οι πύλες αυτές συχνά ταυτίζονται με τις Κασπίες Πύλες του Ντερμπέντ (Derbent) της Ρωσίας ή αλλού (βλέπε παρακάτω) ή/και με το πέρασμα του Νταριάλ στο ομώνυμο φαράγγι (Dariel ή Darial).
Άλλη εναλλακτική θεωρία συνδέει τις Πύλες του Αλεξάνδρου, με το Αλεξάνδρειο Τείχος, στην νοτιοανατολική ακτή της Κασπίας Θάλασσας, 180 χιλιόμετρα, του οποίου, διασώζονται μέχρι σήμερα, αν και σε πολύ κακή κατάσταση.
Στην πραγματικότητα, οι δύο παραπάνω αναφερόμενες υποδομές χτίστηκαν από Πέρσες μονάρχες. Η μεν πόλη Ντερμπέντ που σημαίνει «κλειστές πύλες»), ιδρύθηκε στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 6ου αιώνα, όταν η πόλη επανιδρύθηκε από τον Καβάδη Α΄ της Περσίας της Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, το δε Αλεξάνδρειο Τείχος, χτίστηκε κατά τη διάρκεια της Παρθιανής Αυτοκρτορίας, (ταυτόχρονα με την κατασκευή του Μεγάλου Σινικού Τείχους της Κίνας) και αποκαταστάθηκε κατά τη διάρκεια της εποχής των Σασσανιδών (3-7ος αιώνας).
Λογοτεχνικό υπόβαθρο
Το όνομα “Κασπίαι Πύλαι”, αναφέρθηκε αρχικά για τη στενή περιοχή στην νοτιοανατολική γωνία της Κασπίας Θάλασσας, μέσω της οποίας, ο Αλέξανδρος ο Μέγας πραγματικά βάδισε με τον στρατό του, προκειμένου να συλλάβει το συνωμότη και δολοφόνο του Δαρείου Γ’, τον σατράπη της Βακτρίας και της Σογδιανής Βήσσο, ο οποίος είχε καταφύγει στις ανατολικές επαρχίες και είχε αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς (με το όνομα Αρταξέρξης Ε’), τον οποίο τελικά και συνέλαβε, το καλοκαίρι του 329 π.Χ.. Δεν υπάρχει όμως σχετική αναφορά αν ο Μέγας Αλέξανδρος, πραγματοποίησε εκεί στάση προκειμένου να οχυρώσει την περιοχή. Μεταφέρθηκε στα περάσματα μέσα από τον Καύκασο, από την άλλη πλευρά της Κασπίας, σύμφωνα με τους πιο ευφάνταστους ιστορικούς του Αλεξάνδρου.
Στα Αλεξάνδρου ειδύλλια, ο Μέγας Αλέξανδρος κυνηγά τους εχθρούς του σε ένα πέρασμα ανάμεσα σε δύο κορυφές στην περιοχή του Καυκάσου που είναι γνωστό ως τα «στήθη του Κόσμου» και αποφασίζει να φυλακίσει τα «βρώμικα έθνη» του βορρά, στα οποία περιλαμβάνονται οι Γωγ και Μαγώγ, πίσω από ένα τεράστιο τείχος από χάλυβα ή διαμάντια ή αδαμαντίνη (θεωρείτο το πλέον σκληρότερο υλικό). Με τη βοήθεια του Θεού, ο Αλέξανδρος και οι άνδρες του έκλεισαν το στενό πέρασμα, διατηρώντας τους απολίτιστους Γωγ και Μαγώγ μακριά από την λεηλασία των ειρηνικών νοτίων εδαφών. Η ακριβής φύση του περάσματος δεν είναι ποτέ ξεκάθαρη: Κάποιες πηγές λένε ότι είναι πέρασμα ανάμεσα σε βουνά, ενώ άλλες λένε ότι είναι ένα πέρασμα μεταξύ των κορυφών και της Κασπίας Θάλασσας.
Η ιστορία εμφανίζεται επίσης στο Κοράνι. Εδώ, ο Αλέξανδρος ονομάζεται «Δίκερως» (Dhul Qarnayn), μια μεταφορική εικόνα σωτήρα, που χτίζει μια τεράστια σιδερένια πύλη για να υπερασπιστεί τους ανθρώπους, από τους Γωγ και Μαγώγ, στους πρόποδες των δύο βουνών.
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, οι “Πύλες του Αλεξάνδρου”, ως «αληθινή ιστορία», περιλαμβάνονται στην ταξιδιωτική λογοτεχνία και στην αντίστοιχη βιβλιογραφία, όπως στα έργα: Τα Ταξίδια του Μάρκο Πόλο και Τα Ταξίδια του Σερ Τζον Μαντέβιλ (Sir John Mandeville). Οι ταυτότητες των «εχθρικών» ή «βαρβαρικών» εθνών που έχουν «παγιδευτεί» πίσω από τις «θύρες» ή τα «τείχη», δεν είναι όμως πάντα τα ίδια: Ο Μαντέβιλ ισχυρίζεται ότι οι Γωγ και Μαγώγ είναι μια από τις δέκα χαμένες φυλές του Ισραήλ, οι οποίοι θα διαφύγουν από την φυλακή τους, κατά τη διάρκεια του Τέλους του Χρόνου (End Times) για να ενωθούν με τους Εβραίους και να επιτεθούν στους χριστιανούς. Ο Μάρκο Πόλο μιλά για “Σιδηρές Πύλες του Αλεξάνδρου”, αλλά λέει, ότι παγιδευμένοι πίσω από αυτές είναι οι Κουμάνοι. Ο ίδιος δεν αναφέρει τους Γωγ και Μαγώγ, ωστόσο, τους τοποθετεί στα βόρεια της Κίνας. Μερικοί μελετητές το εκλαμβάνουν αυτό ως μια λοξή και συγκεχυμένη αναφορά στο Σινικό Τείχος της Κίνας, το οποίο ο ίδιος δεν αναφέρει διαφορετικά.
Επίσης ο μεσαιωνικός γερμανικός μύθος των «Κόκκινων Εβραίων», βασίστηκε, εν μέρει, στις ιστορίες των “Πυλών του Αλεξάνδρου”. Ο μύθος αυτός εξέλειψε πριν από τον 17ο αιώνα.
Κασπίες Πύλες
Η περιοχή στην οποία αναφέρεται ότι υπήρξαν οι Κασπίες Πύλες (αρχαία ελληνικά: Κασπίαι Πύλαι), ανάμεσα στις Μηδία, που βρισκόταν δυτικά τους και τις Παρθία και Υρκανία, σύμφωνα με τον Στράβωνα, δεν έχουν επακριβώς ταυτιστεί με κάποια σημερινή αρχαιολογική θέση. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, για τη στενή περιοχή στην νοτιοανατολική περιοχή της Κασπίας Θάλασσας, υπάρχουν διάφορες απόψεις και εκτιμήσεις, που συγκλίνουν όμως στη γενικότερη εικόνα:
Ντερμπέντ
Οι Πύλες του Αλεξάνδρου, πιο συχνά ταυτίζονται με τις Κασπίες Πύλες του Ντερμπέντ και τα τείχη της πόλης, των οποίων οι τριάντα πύργοι, με όψη προς τον βορρά, εκτείνονται για σαράντα χιλιόμετρα μεταξύ της Κασπίας Θάλασσας και των βουνών του Καυκάσου, ελέγχοντας ουσιαστικά τη διέλευση προς ολόκληρη την Καυκασία. Το τεράστιο τείχος που τις περιβάλει, είχε ύψος μέχρι (20) είκοσι μέτρα και πάχος περίπου (3) τρία μέτρα, όταν ήταν σε χρήση.
Η πόλη Ντερμπέντ έχει κτιστεί γύρω από περσικό φρούριο της εποχής των Σασσανιδών, το οποίο ήλεγχε τη στρατηγική αυτή τοποθεσία και προστάτευε την αυτοκρατορία τους, από τις επιθέσεις των Ουράνιων Τούρκων (γνωστών και ως Ασίνα ή Ατσίνα, τουρκικά: Göktürkler). Οι ιστορικές Κασπίες Πύλες δεν χτίστηκαν μέχρι πιθανώς την εποχή του Χοσρόη Α΄ της Περσίας, από τον 6ο αιώνα, σαφώς πολύ μετά από τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά παρόλα αυτά, έχουν πιστωθεί σε αυτόν κατά το πέρασμα των αιώνων.
Ελμπούρζ
Σύμφωνα με άλλες πηγές, οι Κασπίες Πύλες ταυτίζονται με την στενή και βαθιά χαράδρα που περικλείει η οροσειρά Ελμπούρζ ή Αλμπούρζ (Alborz ή Alburz ή Elburz ή Elborz ή Alborz Mountains), ανάμεσα στα σύνορα των αρχαίων περιοχών της Αρμενίας, Μηδίας Υρκανίας και Παρθίας. Βρισκόταν σε απόσταση 500 σταδίων, από τη μηδική πόλη Ράγα και οι Πέρσες είχαν τοποθετήσει εκεί φρουρά.