Ένας Γάλλος Ιησουίτης μοναχός και λόγιος, ο Jacques Paul Babin, ο οποίος επισκέφτηκε την Αθήνα το 1665, κατέγραψε στο βιβλίο του “Relation de l’ etat present de la ville d’ Athenes, ancienne capitale de la Grece” ένα απίστευτο περιστατικό, που συνέβη τον Οκτώβριο εκείνου του μακρινού έτους, επί Τουρκοκρατίας.
Ο Διοικητής και ο Δικαστής της πόλης των Αθηνών επισκέφτηκαν το τέρας τρεις μέρες μετά τη γέννησή του, ύστερα από τον πανικό που είχε προκληθεί στο πλήθος και μόλις το είδαν, αποφάσισαν την άμεση θανάτωσή του, συντετριμμένοι από τη φρίκη και παρακινημένοι από την αηδία.
Οι Οθωμανοί της Αθήνας θεώρησαν το τέρας που γεννήθηκε κακό οιωνό για την Τουρκιά κι έκαναν προσευχές και τεμενάδες στα τζαμιά τους, για να ξορκίσουν τη συμφορά που κρεμόταν πάνω απ’ τα κεφάλια τους.
Ύστερα από διαταγή των Αρχών, ένας λάκκος ανοίχτηκε πιο πέρα από την Ακρόπολη, έσυραν εκεί το αποκρουστικό πλάσμα και το πέταξαν μέσα, εξαπολύοντας οργισμένες φωνές και λυσσασμένες κατάρες. Έπειτα, ξεκίνησε ένας άγριος λιθοβολισμός. Ο λάκκος γέμισε γρήγορα με πέτρες ως απάνω. Τούτο συνέβη στις 8 Οκτωβρίου του 1665, το απόγευμα.
Ένας Γάλλος χειρουργός, που έμενε τότε στην Αθήνα, παρακάλεσε τον Διοικητή της πόλης να του επιτρέψει να ξεθάψει το δύσμορφο ον, να το βαλσαμώσει και να το στείλει στην πατρίδα του για περαιτέρω μελέτη. Αλλά, ο Διοικητής αρνήθηκε κατηγορηματικά, υποστηρίζοντας πως το τέρας ήταν κάποιο δαιμόνιο, που δεν έπρεπε να διατηρηθεί ούτε η ανάμνησή του.
Επιπλέον, απαγόρευσε ρητά σε Τούρκους και Χριστιανούς να πλησιάζουν τον λάκκο. Η απαγόρευση, βέβαια, ήταν περιττή, καθώς κανένας δεν τολμούσε να προσεγγίσει το καταραμένο σημείο, εξαιτίας του τεράστιου φόβου που ένιωθαν εκείνη την περίοδο, αλλά και για πολλά χρόνια ακόμα.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 22/12/1927…