ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΟΡΦΗ «ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΥ» ΠΟΛΕΜΟΥ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΜΕΛΙΣΣΩΝ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Η λέξη ‘βόμβα’ προέρχεται από τον βόμβο των μελισσών… πιθανότατα, αυτά τα έντομα χρησίμευαν ως ζωντανές βόμβες, εξ ου και η λέξη!
Η μετατροπή των έμβιων όντων της Φύσης σε καθοδηγούμενα πολεμικά μέσα δεν αποτέλεσε ασφαλώς ανακάλυψη του Μεσαίωνα, αλλά επινόηση χρόνων πολύ προγενέστερων -αντίθετα από ότι πιστεύεται ευρέως.
Η εκμετάλλευση των φυσικών δυνάμεων των ζώων μπορεί να μην εξασφάλιζε το άμεσο αποτέλεσμα των καθιερωμένων πολεμικών τακτικών, αλλά μεγιστοποιούσε τα δεινά του αντιπάλου πολύ περισσότερο από τις συμβατικές μεθόδους τόσο στο επίπεδο της σωματικής καταπόνησης όσο, κυρίως, της ad hoc κάμψης του ηθικού και της ψυχολογικής επιβάρυνσης.
Ζώα κάθε κατηγορίας, από ελέφαντες μέχρι φίδια, αξιοποιήθηκαν για την εξόντωση του εχθρού, ενώ τα ιοβόλα έντομα, ειδικότερα οι μέλισσες στις οποίες επικεντρώνεται και η παρούσα μελέτη, επιστρατεύθηκαν επίσης με διάφορα τεχνάσματα.
Προφανώς, λόγω των ηθικών διλημμάτων, αλλά και του φόβου αντεκδίκησης με ανάλογες μεθόδους, κανένα στρατόπεδο δεν θα ήθελε να οικειοποιηθεί τη χρήση βιολογικών όπλων, στρατηγική που έχει αποδειχθεί επίκαιρη και διαχρονικά εφαρμοζόμενη μέχρι και σήμερα.
Η πραγματική χρήση των μελισσών σε πολεμικές συγκρούσεις ανιχνεύεται για πρώτη φορά σε επεισόδια ρωμαϊκών εκστρατειών. Στα μέσα περίπου του 4ου αι. π.Χ. ο Αινείας ο Τακτικός συμβουλεύει τους αμυνόμενους πολιορκούμενης πόλης να εξαπολύουν σφήκες και μέλισσες στις σήραγγες κάτω από τα τείχη για να αιφνιδιάσουν τους αντιπάλους τους.
Σύμφωνα με τον Αππιανό, η ίδια τακτική εφαρμόστηκε εναντίον των Ρωμαίων το 72 μ.Χ. από τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη. Κατά την πολιορκία της Θεμίσκυρας, πόλης κοντά στη Σαμψούντα, οι αμυνόμενοι εξαπέλυσαν σμήνη μελισσών, όπως και άλλα άγρια ζώα, μέσα στις σήραγγες τις οποίες είχαν σκάψει οι στρατιώτες του ρωμαίου στρατηγού Λικινίου Λούκουλλου για την υπονόμευση των τειχών.
Η τακτική της απελευθέρωσης σμηνών σε περιορισμένο χώρο που συνηθιζόταν κατά τη ρωμαϊκή εποχή αντικαταστάθηκε στον Μεσαίωνα με την εκσφενδόνιση κυψελών σε αντίπαλο στρατόπεδο ή πολιορκούμενο φρούριο και εξελίχθηκε με τη χρήση μηχανών εκτόξευσης. Το τέχνασμα απέβη δημοφιλές στη μεσαιωνική Δύση και έχει διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο σε πραγματικά γεγονότα όσο και σε θρύλους.
Στις βυζαντινές πηγές η πολεμική χρήση ιοβόλων εντόμων και των εστιών τους, ενδεχομένως των μελισσών και των κυψελών, απαντά σε χωρία στρατιωτικών εγχειριδίων, ακολουθώντας την παράδοση αντίστοιχων ρωμαϊκών πραγματειών. Μια από τις πλέον χαρακτηριστικές αναφορές περιλαμβάνεται στα Τακτικά και τα Ναυμαχικά του αυτοκράτορα Λέοντα Στ΄ του Σοφού.
Εκτός από τα «θηρία» τα οποία κλείνονται σε «χύτρες» και ρίπτονται στα εχθρικά πλοία, όπως φίδια, σαύρες, σκορπιοί, εκτοξεύονται και όμοια τούτων ιοβόλα· ών συντριβομένων τα θηρία δάκνουσι καὶ συμφθείρουσι διά τοῦ ιού τους πολεμίους έσωθεν των πλοίων.
Το ίδιο χωρίο αναπαράγεται παραφρασμένο στα Τακτικά του Νικηφόρου Ουρανού με τη διαφορά ότι τα «θηρία», είναι κλεισμένα σε «τζυκάλια», πήλινα τσουκάλια, και πιθανόν να υπονοεί σμήνη μελισσών.
Στα «Βαβυλωνιακά» του Ιαμβλίχου, αφήγημα που αποδίδεται περιληπτικά από τον Πατριάρχη Φώτιο στη Βιβλιοθήκη του, τόσο οι εγκλωβισμένοι σε όρυγμα ήρωες όσο και οι διώκτες τους υφίστανται τις επιπτώσεις από το δηλητηριασμένο μέλι και τις επιθέσεις από άγριο σμήνος μελισσών.
Πολύ ενδιαφέρουσα αλλά και ενισχυτική του αντίκτυπου που επιτυχημένα θα αντανακλούσε στη συλλογική συνείδηση των αναγνωστών είναι η ερμηνεία που αποδίδουν βυζαντινής εποχής λεξικά στους όρους βομβώ και βόμβος -από τους οποίους προέρχεται και το νεοελληνικό «βόμβα»: Χαρακτηριστικό είναι ότι τόσο στο Λεξικό της Σούδας, τον 10ο αι., όσο και στο «Μέγα Ετυμολογικόν» (μέσα 12ου αι.), βόμβος καλείται ο ήχος των μελισσών.
Η εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς των μελισσών εναντίον ατόμων πιθανόν αντικατοπτρίζει και ενδεχομένως συνδέεται με μια όψη πρωτότυπης «βιολογικής» τιμωρίας. Η ασυνήθιστη αυτή μέθοδος βασανισμού αξιοποιήθηκε για την επιβολή μαρτυρικού θανάτου τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Η ειδεχθής αυτή προέκταση της οπλικής αξιοποίησής τους έχει μυθολογική παράδοση και αρχαίες καταβολές.
Τα γνωρίσματα αυτά συγκλίνουν σε μία γνωστή ανασκαφικά και τεκμηριωμένη αρχαιολογικά περίπτωση, στο φρούριο του Εξαμιλίου της Ισθμίας, όπου ανάμεσα στα ευρήματα του αρχαιολογικού χώρου, συγκεκριμένα εντός του λεγόμενου πύργου, περιλαμβάνονται τέσσερις κυψέλες, αποκαταστημένες μετά τη συγκόλληση και την προσθήκη απωλεσθέντων τμημάτων.
Η εύρεση κυψελών μέσα στον πύργο, στη νότια πλευρά του τείχους του Εξαμιλίου, είναι αναπάντεχη. Έχει εκτιμηθεί ότι στο φρούριο διαβιούσαν περίπου 1700 στρατιώτες οι οποίοι διατηρούσαν κατοικίδια ζώα, ακόμη και μέλισσες προκειμένου να προμηθεύονται τα άμεσα απαραίτητα αγαθά της κτηνοτροφίας. Ο εντοπισμός των κυψελών θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπόθεση της ενδεχόμενης «πολεμικής» αξιοποίησής τους από τους αμυνόμενους πολιορκούμενους.
Oι τέσσερις κυψέλες που βρέθηκαν σε πύργο του Εξαμιλίου δεν μπορούν να πιστοποιήσουν μία τέτοια χρήση, πάντως δεν μπορεί να αποκλειστεί δυνητικά και αυτή η δυνατότητα στην ερμηνεία της παρουσίας τους μέσα σε έναν αναπάντεχο πρακτικά χώρο, όπως ένας στρατιωτικός πύργος του φρουρίου. Είναι, επιπλέον, δύσκολο να επιβεβαιωθεί κατά πόσον μία τέτοια αμυντική, κατά βάση, τακτική εφαρμοζόταν συχνά από τον βυζαντινό στρατό.
Η πρόκληση των πιο απωθητικών ψυχολογικά αισθημάτων, τα οποία προξενούσε η απειλή τραυματισμού από ιοβόλα όντα, όπως από σκορπιούς, φίδια και ειδικά μέλισσες, αποτελούσε την κύρια επιδίωξη μιας τέτοιας μορφής πολέμου.
Τα ερπετά και τα έντομα χρησιμοποιώντας τα φυσικά τους όπλα προκαλούσαν αποσταθεροποίηση και σύγχυση πολύ μεγαλύτερη από τις σωματικές τους διαστάσεις και, κυρίως, δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τις συμβατικές λύσεις.
Μολονότι οι βυζαντινές πηγές μάλλον σιωπούν για τις περιστάσεις ή τις συνθήκες, οι οποίες επέβαλλαν την εφαρμογή ενός τέτοιου τεχνάσματος στους πολέμους τους, είναι ενδιαφέρον να αναζητηθεί ο βαθμός στον οποίο οι Βυζαντινοί δικαιολογούσαν ή απαξίωναν ανάλογες πρακτικές, οι οποίες βασίζονταν εν γένει στον δόλο και την πανουργία.
Χαρακτηριστικά, στα Τακτικά του Λέοντος επιδοκιμάζονται εν γένει τα απεχθή μηχανεύματα ηθικής κάμψης του εχθρού, και περιγράφονται τα πιο συνηθισμένα, όπως η μόλυνση πόσιμου νερού και η αποψίλωση καλλιεργούμενων εκτάσεων και δασών.
Στο Στρατηγικόν του Κεκαυμένου (μέσα 11ου αι.), ο άξιος στρατηγός επανειλημμένα συνιστάται να χρησιμοποιεί κάθε είδους πανούργα τεχνάσματα, όχι μόνο αυτά που είχαν κληροδοτηθεί από τους αρχαίους, αλλά και να επινοεί καινούργια.
Παρά, όμως, την ελαστική ηθική των παραπάνω παροτρύνσεων, αντιδράσεις στη μορφή της στρατιωτικής αυτής τακτικής, η οποία απενοχοποιούσε απόπειρες δολιοφθοράς, εκφράζονται εντόνως από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη.
Ο Ατταλειάτης με σθένος αντιμάχεται τις διαφόρου είδους στρατιωτικές «φενάκες» και υπερασπίζεται την ατομική ανδρεία.
O Nικηφόρος Βρυέννιος επίσης συμμερίζεται μια «ιπποτική» αντίληψη της στρατιωτικής τακτικής και, παρόλο που παρεμβάλλει διηγήσεις εξαπατήσεων, παρουσιάζει τους Βυζαντινούς ήρωες του «αλώβητους» από ραδιουργίες που μηχανεύονται οι «βάρβαροι».
Φαίνεται πως από κάποια μερίδα συγγραφέων, η εκμετάλλευση των εμβίων όντων σε πολεμικές συγκρούσεις θα επέσυρε σφοδρή κατάκριση και θα θεωρούνταν επονείδιστο μέσο κατάκτησης της νίκης. Παρά όμως τις ηθικολογικές παραινέσεις, η πραγματικότητα φαίνεται πως ήταν τελείως διαφορετική…
Η εφαρμογή του οπλικού χαρακτήρα της μέλισσας συνεχίστηκε παραδόξως με ακόμη μεγαλύτερη συχνότητα στα νεότερα χρόνια και πέραν των γεωγραφικών ορίων του παλαιού κόσμου, επιβίωσε μάλιστα μέχρι και σε συγκρούσεις του 20ου αιώνα.
Η διαπίστωση αυτή αποδεικνύει περίτρανα ότι τελικώς, τον κύριο λόγο σε μια διαμάχη δεν έχει πάντα η ρώμη ή η ισχύς αλλά η αποκλίνουσα πανουργία και ευρηματικότητα.